Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου: Συμβουλές για την ανακούφιση από τα συμπτώματα
Περιεχόμενα:
Τι είναι το ΣΕΕ;
Το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου είναι μία χρόνια συνεχής ή διαλείπουσα νόσος του πεπτικού συστήματος. Χαρακτηρίζεται από συχνά ανεξήγητα συμπτώματα όπως :
- κοιλιακό άλγος
- μετεωρισμός
- διαταραχές των κενώσεων (διάρροια ή δυσκοιλιότητα ή εναλλαγές)
Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν μεμονωμένα ή να παρουσιάζονται επικαλυπτόμενα σε διαφορετικά ποσοστά. Αυτά τα συμπτώματα πρέπει να είναι παρόντα σε απουσία ανατομικών, βιοχημικών ή κλινικών στοιχείων ενεργούς νόσου του εντέρου.
Υπολογίζεται ότι το 10-20% των ανθρώπων του γενικού πληθυσμού εμφανίζουν συμπτώματα του συνδρόμου, αλλά μόνο το 15% περίπου των ατόμων που πάσχουν από το σύνδρομο αυτό αναζητούν ιατρική βοήθεια. Οι γυναίκες προσβάλλονται τυπικά περισσότερο συχνά από τους άντρες. Σε ορισμένες μελέτες η αναλογία γυναικών προς άντρες είναι 3/1.
Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ΣΕΕ;
Η αντιμετώπιση του συνδρόμου είναι συνήθως μια μακροπρόθεσμη διαδικασία που εστιάζει στον περιορισμό της συμπτωματολογίας και βασίζεται στην ψυχολογική υποστήριξη, τα διαιτητικά μέτρα και τη φαρμακευτική αγωγή.
Σχετικά με τη διατροφική αντιμετώπιση…
Σε άτομα με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου παρατηρείται συχνά δυσανεξία στη λακτόζη, η οποία μπορεί να επιδεινώσει το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου ή να προκαλέσει συμπτώματα παρόμοια με αυτό. Επομένως, συστήνεται η προσωρινή κατανάλωση προϊόντων χωρίς λακτόζη για δύο εβδομάδες. Εάν τα συμπτώματα βελτιωθούν, είναι λογικό να συνεχιστεί η αποφυγή της λακτόζης. Εάν τα συμπτώματα δε βελτιωθούν, μπορεί να συνεχιστεί η κατανάλωση τροφών που περιέχουν λακτόζη. Αποφυγή τροφίμων που προκαλούν αέρια όπως όσπρια, λαχανικά, κρεμμύδια, σέλινο, καρότα, σταφίδες, μπανάνες, βερίκοκα, δαμάσκηνα, λάχανα και σιτάρι. Συνίσταται η λήψη ικανής ποσότητας νερού ημερησίως (2 -3 lt) και η αποφυγή της καφεΐνης, προς περιορισμό της υπερέντασης και της επίτασης των συμπτωμάτων.
Σε περίπτωση που οι αλλαγές των διατροφικών συνηθειών δεν φέρουν αποτέλεσμα, υπάρχουν αρκετές κατηγορίες συμπληρωμάτων διατροφής που μπορούν ανακουφίσουν τους ασθενείς με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
Ποιος είναι ο ρόλος του βουτυρικού οξέος, των προβιοτικών και των πρεβιοτικών στην αντιμετώπιση του ΣΕΕ;
Το βουτυρικό οξύ ανήκει στην ομάδα λιπαρών οξέων βραχείας αλύσου. Βρίσκεται στη φύση ως συστατικό του λίπους στο γάλα και στα παράγωγά του, ενώ στο ανθρώπινο σώμα το βουτυρικό οξύ
σχηματίζεται στο παχύ έντερο, ως αποτέλεσμα ζύμωσης των διατροφικών ινών. Το βουτυρικό οξύ :
- αποτελεί την κύρια πηγή ενέργειας για τα κύτταρα του παχέος εντέρου
- συμμετέχει σε ανοσορυθμιστικές και αντιφλεγμονώδεις διαδικασίες
- συμβάλλει στη μείωση του εντερικού pH, δημιουργώντας ένα δυσμενές περιβάλλον για την ανάπτυξη παθογόνων βακτηρίων
- ευνοεί την επούλωση των αλλοιώσεων
- συντελεί στην απορρόφηση του νερού και των ηλεκτρολυτών ελαχιστοποιώντας με αυτό τον τρόπο τις περιπτώσεις διάρροιας
- βοηθά το προβιοτικό μείγμα να ενωθεί με τον εντερικό επιθηλιακό ιστό, ενισχύοντας τον αποικισμό.
Η ποσότητα και η ποιότητα του βουτυρικού οξέος φαίνεται να είναι διαταραγμένες σε ένα μη υγιές παχύ έντερο. Σημαντική είναι, λοιπόν, η αναπλήρωσή του για την αποκατάσταση του εντερικού βλεννογόνου.
Τα προβιοτικά είναι ζωντανά βακτήρια και ζυμομύκητες που υπάρχουν φυσιολογικά στο έντερό μας. Οποιαδήποτε μείωση των μικροοργανισμών αυτών στο έντερο, διαταράσσει την ομαλή λειτουργία του πεπτικού συστήματος. Τα συμπληρώματα με προβιοτικάπροβιοτικά συμβάλλουν στην πρόληψη και τη θεραπεία φλεγμονωδών ασθενειών του εντέρου. Χορηγούνται επίσης σε άτομα με χρόνια προβλήματα δυσκοιλιότητας και με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.
Τα πρεβιοτικά είναι άπεπτα συστατικά των τροφών που ενισχύουν την ανάπτυξη και τη δραστηριότητα των προβιοτικών αφού αποτελούν «τροφή» για τα προβιοτικά, τα οποία είναι τα καλά κύτταρα. Κάποιες από τις ευεργετικές δράσεις τους είναι :
- ανακούφιση από δυσκοιλιότητα, περιστασιακή διάρροια
- υποστήριξη της καλής λειτουργίας του εντέρου
- βελτίωση της μικροχλωρίδας του εντέρου
- τόνωση του ανοσοποιητικού συστήματος
- μείωση των επιπέδων χοληστερόλης
Δωροθέα Μισυρλή
Διαιτολόγος - Διατροφολόγος
Βιβλιογραφία
- Chey, W. D., Kurlander, J., & Eswaran, S. (2015). Irritable bowel syndrome: a clinical review. Jama, 313(9), 949-958.
- El-Salhy, M., & Gundersen, D. (2015). Diet in irritable bowel syndrome. Nutrition journal, 14(1), 1-11.
- Załęski, A., Banaszkiewicz, A., & Walkowiak, J. (2013). Butyric acid in irritable bowel syndrome. Przeglad gastroenterologiczny, 8(6), 350.
- Dale, H. F., Rasmussen, S. H., Asiller, Ö. Ö., & Lied, G. A. (2019). Probiotics in irritable bowel syndrome: an up-to-date systematic review. Nutrients, 11(9), 2048.
- Didari, T., Mozaffari, S., Nikfar, S., & Abdollahi, M. (2015). Effectiveness of probiotics in irritable bowel syndrome: updated systematic review with meta-analysis. World journal of gastroenterology: WJG, 21(10), 3072.
- Wang, Y. (2009). Prebiotics: Present and future in food science and technology. Food Research International, 42(1), 8-12.